Δευτέρα 6 Ιουλίου 2020

Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

Το ζύγι

Βρες μου στον κόσμο κάρπισμα
πιο γόνιμο, πιο φωτεινό
κάτω απ' τον ήλιο,
από της νιόφερτης ζωής το βλέμμα.

Δεν είναι τόπος στην καρδιά μου
να μη ντρέπεται, να μη γονυπετεί
στα μάτια μπρος τ' αχρόνιστα.
Λερός απ' άκρη σ' άκρη,
μέσα στη γύμνια στέκομαι
στο κρυσταλλένιο τ' αντιθώρισμα.

Μεγάλο στοίχημα για όσους
τολμούνε την σπορά, για όσους
τολμούν από τη λάσπη
να ορθώσουνε ζωή.

Με τη δική σου μπόρεση, ωστόσο,
ν' αλαζονείς το θάνατο,
τούτο μόνο καταλαβαίνω.
Κορώνα τη δική σου αρματωσιά,
γράμματα το δικό σου κλήρο
να ρίχνεις στο ντορβά,
στο μαύρο ζάρι.
Άλλη δεν τη χωρώ κινδύνεψη!

Αξίζει τόσος τρόμος,
τόση αποκοτιά;
αξίζει τόση απώλεια,
για ένα μέλλον,
μιαν ελπίδα;

Φλυαρούμε

Κι αν χίλιες μαθαίναμε
καινούργιες λέξεις
το πολύ πολύ

χίλιους να βρίσκαμε
καινούργιους τρόπους
να μιλήσουμε για το παλιό.

Σε τούτο μόνο
-αν το μπορείς-
δασκάλεψέ με:

από τις ίδιες λέξεις
πώς πλάθεται,
πες μου, τ' ανείπωτο;

( Σάμπως είν' άλλο
του ποιητή το πεπρωμένο; )

Πέμπτη 2 Ιουλίου 2020

Ισημερία

Το σημείο
όπου σήμερα στεκόμαστε,
κορυφή απόκρημνου,
κακοτράχαλου κώνου,
το παζαρέψαμε
σαρανταπέντε χρόνια.

Η αισθητική της θέας
συζητήσιμη,
μα δεν τσακίσαμε
τα γόνατα και τις καρδιές μας
για να λαβαίνουν οι λυκάνθρωποι
ωραίες
καρτ-ποστάλ από τον Άδη.

Στεκόμαστε επιτέλους στο κέντρο
μιας δικαιοσύνης,
σε μιαν αιχμή
που απέχει εξίσου

από τον ήχο
απ' την ηχώ
απ' τη φωνή της
από τη σήψη
τα ματωμένα γόνατα
το παιδί που δεν ήμουν
από τα χαμηλά αιμοπετάλια
από μιαν - οποιαδήποτε - ελπίδα
από μιαν - οποιαδήποτε - επιθυμία
απ' οτιδήποτε θυμίζει γέλιο
γονιμότητα
αηδία
νόημα
ήττα
φωτιά
ή κάτι στέρεο
απ' την υποταγή
απ' την υποτροπή
απ' την επόμενη μέρα
από τη νεκρική ακαμψία
από την αφυδάτωση
απ' τ' ανείπωτο φίλημα
ή τ' ανείδωτο
απ' την απάτη
το άγχος της στύσης
το ιδρωμένο μουνί
από την παρουσία
από την απουσία
απ' τη συνενοχή
την απόγνωση
απ' την παραίτηση
απ' την υπόσχεση
από την υπομονή

Στο κέντρο του κόσμου
κι ακόμη γύρω παντού
σαν Ωκεανός Ομήρου
η μνήμη.

Θρονιασμένη σε χρέη
άτεγκτης βαρύτητας,
μ' απλωμένα τα ποδάρια
πέρα ως πέρα, ορθάνοιχτα,
η γριά πόρνη καιροφυλακτεί.

Η μνήμη.
Η καλή πουτάνα μνήμη.

Εδώ,
το ελάχιστο στραβοπάτημα
πληρώνεται με την εσχάτη των ποινών
που δεν είναι -φυσικά-
ο θάνατος
μα η επανάληψη της ίδιας
απαράλλαχτης αβύσσου.

Όπου κουτρουβαλιαζόμαστε
ξανά και ξανά και ξανά
ολοένα πιο νεκροί κάθε φορά.

Κι όμως

απόψε

'δω πάνω

στην κορυφή της ερημιάς
της ασφυξίας
της απώλειας
της εξορίας

μια πολύ διαφορετική διήγηση
κυοφορείται.

Τρίτη 30 Ιουνίου 2020

Σπαραγμός

Είδα το δέντρο να σπαράζει
σαν άνθρωπος και τον άνθρωπο
να σείεται σα δέντρο.

Ο σπασμός
είναι μάλλον
η ομοιοκαταληξία
των αδύναμων.

Σάββατο 13 Ιουνίου 2020

Η Στροφή

Στ' άκαμπτο κύρτωμα του δρόμου
μήτε τ' αγκάθι πιάνει ρίζα,
μήτ' ίσκιος καταδέχεται βλαστό,
μήτ' έχει τόπο να σταθείς
χωρίς αντίποινα.

Στη γυμνή λαγόνα της στροφής
δε συναντώνται στράτες,
δε συμμαχούνε βλέμματα,
μονάχα φόβος που τέμνεται
απ' άλλον φόβο.

Κάπου παραφυλά
οδοκάμπτης Σίνις
το διαβάτη.

Καταμεσίς στο λαξευμένο τόξο
της στροφής, παλίμψηστα χνάρια
προσπερνούν ένα το άλλο, ανήσυχα ∙
κι ούτε γυρνούν, μήτε προσμένουν.

Μόνο να φύγουνε ζητούν.

Να φύγουν.

Τρίτη 19 Μαΐου 2020

Γεφύρι

Εκείνοι οι άνθρωποι,
εκείνοι οι πρώτοι,
που πρώτο
κατασκεύασαν γεφύρι
πρώτα οι ίδιοι
γίνηκαν γεφύρι.

Έδεσαν τα χέρια τους
ένα με τ' άλλο,
τα δάχτυλά τους
χοντρούς κόμπους,
ιδρωμένους,
αιμάτινους.

Ρίζωσαν τα ποδάρια
στη λάσπη,
στο γλιστερό κοτρώνι,
σφίξανε τους κορμούς,
τα μπράτσα,
τους μηρούς,
μιμήθηκαν
πότε το νερό,
πότε το βράχο,
πότε την αντιπέρα όχθη.

Ίσως κάποιοι
να μην κατάφεραν,
να γητεύτηκαν
απ' την υδάτινη επιμονή
περισσότερο
απ' την ανθρώπινη
κι αφέθηκαν,
γλιστρήσανε παλμωδικά
ίσαμε εκεί όπου
το βλέμμα πια δεν ελπίζει.

Σα περνάς ένα γεφύρι
να μη σκέφτεσαι
τοξωτές δοκούς,
κρουστά λιθάρια,
ατσάλινα νεύρα ή
τσιμέντινες παραστάδες.

Να σκέφτεσαι
δύο ανθρώπους
με τα μπράτσα απλωμένα
να κοιτούν
ένας τον άλλο
με κατάφαση.

Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

Η απόφαση

«Είναι χρεία επιτακτική,
κάθε οχτώ ώρες,
να κόβουμε ένα στίχο»
ήσαν τα λόγια του λοβοτόμου,
«ώστε να μην εξαπλωθεί η γάγγραινα
στην υπόλοιπη στροφή -
ίσως και τη στροφή να θυσιάσουμε,
μήπως σωθεί το ποίημα».

Κι έπειτα;
Τι μας κρατάει έπειτα
να σώσουμε κι αυτόν τον ποιητή,
βάζοντας και στο ποίημα ένα τέλος;

«Δεν είναι δυνατόν να κρατήσουμε
και το ποίημα ολόκληρο
και τον ποιητή χορτάτο»
διατείνεται η χειρουργική
κοινότητα, η οποία ενίοτε
και εκ παραδρομής
τονίζεται στην παραλήγουσα,
ενώ προτιμά
τη λήγουσα του ασθενή.
(δε βρήκα ωστόσο γιατρό
να ορκιστεί για τούτο).

Βλέπεις, ο ποιητής
δεν είναι αντισηπτικός
- πτητικός περισσότερο -
κι ακόμη ταλανίζεται
από 'κείνη τη σπάνια
γενετική ανωμαλία
να μην παράγει διόλου άλλοθι
ή άλλες ενδοκρινείς
ορμόνες της ελπίδας.

Τα προηγούμενα κατατάσσουνε
σαφώς
τον ποιητή στις ευπαθείς ομάδες,
με βασικότερο υφέρπον νόσημα
το συγκοινωνούν δοχείο
καθώς
μονάχα φθίνοντος του ποιητή
η ποίηση πληρούται,
του δε ποιητή πληρούμενου
η ποίηση κατρακυλά
τενεκές ξεγάνωτος.
Μπορεί να σωθεί
μονάχα ένας.

«Βιαστείτε, ωστόσο, αγαπητέ»
συνέχισε ο λοβοτόμος
«δεν πρέπει να χάνουμε λεπτό!
Τον ποιητή ή την ποίηση;
Πρέπει να πάρετε, επιτέλους,
μιαν απόφαση.»

Τρίτη 14 Απριλίου 2020

Νήμα

Όχι, δε θρηνώ
τους ποιητές που μισήθηκαν
τουλάχιστον από ένα ποίημα,

που τρυπήθηκαν
τουλάχιστον από ένα ρόδο,

που χέρι τρυφερό τους ράπισε,
                                     τους κέρασε
μια χούφτα χώμα έστω.

Ούτε για όσους δεν,

μα της πένας
ήταν τεχνίτες
          ή της πλάνης,

γνώριζαν πώς
σκαρώνεται
ένα φέρετρο,
περίτεχνο κιβούρι,
χώρεσαν κάπου.

Όχι.

Θρηνώ για μας,
                   για μένα,
                         για όσους

σαπίζουμε ξέσκεποι
από γη και τέχνη,

ελπήνορες,

δίχως πνοή
          ή αποστροφή
να μας σφαλίσει τα μάτια.

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2020

Υστερνό

Κι ας είναι ελαφρύ
το ποίημα που θα μας σκεπάσει.